
Αφιέρωμα στον Αλκιβιάδη Γρίνο
Αφιερώνουμε στη μνήμη του Αλκιβιάδη Γρίνου*, δύο ποιήματα που έγραψε για τον Καπνό και που αποτελούν πηγαία και γνήσια λαϊκή έκφραση της αγωνίας και του πόνου των καπνοκαλλιεργητών της περιοχής και αποτυπώνουν τον αγωνιώδη μόχθο τους σε συνδυασμό με την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, αντάξιο της προσφοράς τους.
Περιμένοντας τη λύση στο καπνικό…
Στη μαύρη μας απελπισία για του καπνού την τύχη,
μας είπαν κάποιο πείραμα που κάνουν θα πετύχει,
μας είπαν πως θα ’ρθει ο Δοντάς για να τα κανονίσει,
πόσα λεφτά χρειάζονται να δώσει αυτός τη λύση.
Και έτσι με το περίμενε όλο το καλοκαίρι,
ο ένας τον άλλον ρώταγε περί Δοντά τι ξέρει;
Αυτός που τον προξένεψε ήταν μεγάλος τύπος,
ήταν από το Μαχαλά ο Λίας Βλαχομήτρος.
Ώσπου μια μέρα Σάββατο μαζί με μια κοπέλα,
να ’τος που ήρθε ο Δοντάς και φόραγε μασέλα
και τον φιλοξενήσαμε μ’ αρνί και με γουρούνι
κι αυτός μας υποσχέθηκε πως θα ’ρθει τον Ιούνη.
Εκεί τα κουβεντιάσαμε, μας τα ’πε χέρι-χέρι,
φέτος δεν προλαβαίνουμε, τ’ άλλο το καλοκαίρι..
Σε απόγνωση για το καπνικό…
Αυτήν την καπνική χρονιά βγήκαν καινούρια μέτρα
κι ο ένας τον άλλον κυνηγά με τόξα και με πέτρα.
Είδε ο Θεός τον πόλεμο, για να τον σταματήσει
έστειλε έναν άγγελο το καπνικό να λύσει.
Κατέβηκε κάτω στη γη το πήρε περπατώντας,
που ’θε και που να κάνει αρχή, ξεκίνησε ρωτώντας.
Μπήκε στα σύνορα τ’ Αετού, πέρασε σ’ ένα ρέμα,
αντάμωσε έναν σατανά κι αυτός του ’πε ένα ψέμα.
Του λέει ο άγγελος: «Εμένα μ’ έστειλε
ο Θεός το καπνικό να λύσω..»
Εσύ πες μου, που είσαι εδώ απού ’θελες ν’ αρχίσω,
Αφού ρωτάς για να σου πω χρόνια εδώ γυρίζω,
στην περιφέρεια τ΄ Αετού πολλούς καλούς γνωρίζω.
Είν’ όλα τους καλά παιδιά αξίζουνε τον κόπο,
όταν ξανάρθεις θα τον δεις αγνώριστο τον τόπο,
μη λες που σου τα λέω πως είμαι αβαντοδόρος
αν θέλεις κι άλλους μάρτυρες ρώτα τους δικηγόρους.
(* Τα ποιήματα του Αλκιβιάδη Γρίνου αναδημοσιεύονται από την εργασία των μαθητών του Λυκείου της Κατούνας, με θέμα: «ο Καπνός»)